Kavafis, Konstantinos: Ένας Γέρος
Ένας Γέρος (Greek)Στου καφενείου του βοερού το μέσα μέρος Και μες των άθλιων γηρατειών την καταφρόνια Ξέρει που γέρασε πολύ· το νοιώθει, το κυττάζει. Και συλλογιέται η Φρόνησις πως τον εγέλα· Θυμάται ορμές που βάσταγε· και πόση .... Μα απ’ το πολύ να σκέπτεται και να θυμάται
|
An Old Man (English)At the noisy end of the café, head bent And in the miserable banality of old age He knows he’s aged a lot: he sees it, feels it. And he thinks of Prudence, how it fooled him, He remembers impulses bridled, the joy But so much thinking, so much remembering
|